Έχω αμολήσει τους στίχους μου
Στίχοι: Λεωνίδας
Παρουσίαση: Λεωνίδας, Γιάννης
Μουσική Σύνθεση: Γιάννης
Προγραμματισμός: Χρήστος
Βιολί: Γιώργος Παπαϊωάννου
Λαούτο, Μαντολίνο: Γιάννης
Μπάσο: Στέλιος Μπότσαρης
Artwork: Γιάννης Οικονομάκης
Έτος: 2017
Μίξη και master έγιναν από τον Παναγιώτη (Misdeal) στο Clepsydra Studio
Έχω αμολήσει τους στίχους μου κι αλητεύουνε
Μα είναι και κάτι φιλαράκια που με πιστεύουνε
Ένας που παίρνει το βραβείο της ντροπής της χώρας
Και κάνας-δυο λουπαδόροι της κακιάς ώρας
Ένας χιπχόπερ παλιός που τώρα ντύνεται αλλιώς
Και κάτι κολλητοί μου που μ’ ακούγανε έτσι κι αλλιώς
Ένας που μου ‘βαζε φιτίλια όταν τα ‘χα παρατημένα
Και κάτι άλλοι που με πίστεψαν πιο πολύ κι από μένα
Οργανοπαίχτες που έκαναν νότες και μουσική τους ήχους μου
Κι ένας lowbapper που έπιασα να ψιθυρίζει στίχους μου
Η γενιά μου η χαμένη στη μεγάλη την πόλη
Στο Cabezon οι σερβιτόροι κι οι μαγείροι όλοι
Κάτι τρελοί φωτογράφοι στη Σαλονίκη που την κρίση
Σ’ένα φιλμ 35mm έχουν κλείσει
Είναι πολλοί όλοι αυτοί που με πιστεύουνε
Και δε φοβούνται οι στίχοι μου σαν αλητεύουνε
Έχω αμολήσει τους στίχους μου κι αλητεύουνε
Κι είναι και κάτι δικοί μου που με πιστεύουνε
Πιο πολύ και από μένα κι όποτε τα ‘χω χαμένα
Δυο λόγια αγριεμένα και πιάνω πάλι την πένα
Έχω αμολήσει τους στίχους μου κι αλητεύουνε
Κι έχω συντρόφους και φίλους να τους προσέχουνε
Τους κρατάνε στο χέρι, ακονισμένο μαχαίρι
Κι ίσως ποιος ξέρει να φτάσαν και στα δικά σου τα μέρη
Έχω αμολήσει τους στίχους μου κι αλητεύουνε
Κι έχω και κάτι συντρόφους που με πιστεύουνε
Με βγάλανε στο σινεμά και στο θέατρο πρόζα
Στην Alexanderplatz στο Βερολίνο κόκκινη Ρόζα,
Είναι παντού, με τσιγκλάνε δε μ’αφήνουν ν’αράξω
Aπ’ τη Μεγάλη Παναγιά ως τ’ Απεράθου στη Νάξο
Στα Γιάννενα και στα Χανιά χειμώνα καλοκαίρι
ακόμα και στο Μέχικο σ’αντάρτικο λημέρι
Κι ύστερα πάνε πιο πέρα με τη βροχή τον αέρα
Δίνουνε μια κι όλο γυρίζει γυρίζει ετούτη η σφαίρα
Προχωράνε και πάνε δεν έχουν έθνη και κάστες
Είναι συντρόφια μου, πρόσφυγες και μετανάστες
Σηκώσανε μπαϊράκι των Social το μπλουζάκι
Κι ούτε που ξέρω μέχρι που να φτάνει ένα στιχάκι
Και τα ρεφρέν και τα κουπλέ που ταξιδεύουνε
Έχω αμολήσει τους στίχους μου κι αλητεύουνε
Έχω αμολήσει τους στίχους μου κι αλητεύουνε
Κι είναι και κάτι δικοί μου που με πιστεύουνε
Πιο πολύ και από μένα κι όποτε τα ‘χω χαμένα
Δυο λόγια αγριεμένα και πιάνω πάλι την πένα
Έχω αμολήσει τους στίχους μου κι αλητεύουνε
Κι έχω συντρόφους και φίλους να τους προσέχουνε
Τους κρατάνε στο χέρι, ακονισμένο μαχαίρι
Κι ίσως ποιος ξέρει να φτάσαν και στα δικά σου τα μέρη